- μητρικῶν
- μητρικόςof a motherfem gen plμητρικόςof a mothermasc/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αναδάσωση — Αποκατάσταση της δασικής βλάστησης που έχει περιοριστεί ή καταστραφεί από διάφορες αιτίες, όπως είναι η υπερβολική και αλόγιστη αποψίλωση, οι πυρκαγιές, οι κατολισθήσεις εδαφών, οι επιδρομές παρασίτων κλπ. Η α. αποτελεί πρόβλημα ζωτικού… … Dictionary of Greek
ελούβιο — Γεωλογικός σχηματισμός από κομμάτια πετρωμάτων, που κατά την αποσάθρωση των μητρικών πετρωμάτων παρέμειναν στην ίδια θέση ή κύλησαν πάνω σε πλαγιές σε μικρή απόσταση, σε αντίθεση με το αλλούβιο, τα κομμάτια του οποίου μεταφέρθηκαν σε μεγαλύτερες… … Dictionary of Greek
μοτοσικλέτα — Οδικό όχημα με κινητήρα και δύο (ή σπανιότερα τρεις) τροχούς, για μεταφορά προσώπων ή και εμπορευμάτων. Όπως το αυτοκίνητο προήλθε από τις άμαξες, στις οποίες τοποθετήθηκαν κινητήρες ατμού ή εσωτερικής καύσης, έτσι και οι πρώτες μ. γεννήθηκαν από … Dictionary of Greek
στέρηση — η / στέρησις, ήσεως, ΝΜΑ, και στέρεσις Α η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού στερώ, αφαίρεση, απόσπαση, αποστέρηση, έλλειψη, ανυπαρξία (α. «στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων» β. «στέρησις αἰσθήσεως ὁ θάνατος», Επίκ.) νεοελλ. 1. η έλλειψη τών αναγκαίων… … Dictionary of Greek
φυλλίτης — ο, ΝΑ νεοελλ. 1. (πετρογρ.) λεπτοκοκκώδες μεταμορφωμένο πέτρωμα, που σχηματίζεται από την ανασύσταση λεπτόκοκκων μητρικών ιζηματογενών πετρωμάτων και παρουσιάζει χαρακτηριστική σχιστότητα, τάση για διαχωρισμό σε φυλλάρια ή πλάκες 2. βοτ. καθένα… … Dictionary of Greek
αλιπηγές — Ονομάζονται έτσι οι ιαματικές πηγές που τα νερά τους περιέχουν μεγάλη ποσότητα αλάτων. To κύριο συστατικό τους είναι το χλωριούχο νάτριο, που συνοδεύεται συνήθως από χλωριούχα άλατα ασβεστίου, μαγνησίου, καλίου και ορισμένες φορές από μικρές… … Dictionary of Greek
Νταρίο, Ρουμπέν — (Ruben Dario, Μετάπα 1867 – Λεόν 1916). Λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Νικαραγουανού ποιητή Felix Ruben Garcia Sasmiento. Κυριότερος εκπρόσωπος του ισπανο αμερικανικού και ισπανικού μοντερνισμού έως το 1885 έζησε στη χώρα του, όπου είχε γίνει γνωστός… … Dictionary of Greek
ГРИГОРИЙ ДЕКАПОЛИТ — прп. (пам. 20 нояб.). По источникам невозможно установить точную дату рождения. Предположительно указываются середина VIII в. (Р. Жанен), 762 г. (Ц. Бароний), но наиболее вероятны 80 90 е гг. VIII в. (Ф. Дворник). Точный год смерти также… … Православная энциклопедия